Απλός Έρπης
Εισαγωγή
Οι λοιμώξεις από τον ιό του απλού έρπητα (HSV) προκαλούνται από δύο διαφορετικούς τύπους του ιού: HSV-1 και HSV-2. Συνήθως, ο HSV-1 προσβάλλει την περιοχή του προσώπου, κυρίως τα χείλη (γνωστός και ως επιχείλιος έρπης), ενώ ο HSV-2 στοχεύει κυρίως την γεννητική περιοχή (έρπης γεννητικών οργάνων). Ωστόσο, και οι δύο τύποι μπορούν να προσβάλουν περιστασιακά και άλλες περιοχές του σώματος.
Κλινική Εικόνα
Επιχείλιος Έρπης (HSV-1)
Ο επιχείλιος έρπης εμφανίζεται ως πολλαπλές επώδυνες φυσαλίδες σε ερυθηματώδη βάση, συχνά συνοδευόμενες από αίσθημα κνησμού και καύσου. Μέσα σε λίγες μέρες, οι φυσαλίδες μπορεί να ξηρανθούν και να σχηματίσουν κρούστες. Συνήθως, οι βλάβες υποχωρούν εντός 2-3 εβδομάδων χωρίς να αφήσουν ουλές.
Πολλοί ασθενείς έχουν ασυμπτωματική πρωτολοίμωξη από τον HSV-1. Αν παρουσιαστούν συμπτώματα, αυτά εμφανίζονται 3-7 ημέρες μετά τη μόλυνση και μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Επώδυνη διόγκωση των λεμφαδένων
- Κακουχία
- Ανορεξία
- Πυρετό
- Αίσθημα καύσου
Στα παιδιά, η αρχική μόλυνση συχνά εκδηλώνεται ως ερπητική ουλοστοματίτιδα, με συμπτώματα όπως πυρετό, διαβρώσεις του στοματικού βλεννογόνου, επώδυνη λεμφαδενοπάθεια και φαρυγγίτιδα. Στους νέους ενήλικες, η πρωτολοίμωξη συνήθως εκδηλώνεται με πολλαπλές επώδυνες φυσαλίδες στα χείλη, με πιθανές διαβρώσεις και στο στοματικό βλεννογόνο.
Έρπης Γεννητικών Οργάνων (HSV-2)
Η πρωτολοίμωξη από τον HSV-2 συνήθως παρουσιάζει έντονη κλινική εικόνα, με πολλαπλές φυσαλίδες στην περιοχή των γεννητικών οργάνων, του εφηβαίου, των γλουτών ή στην περιπρωκτική περιοχή. Τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν:
- Ερύθημα και οίδημα στην πάσχουσα περιοχή
- Έντονη αιδοιοκολπίτιδα, τραχηλίτιδα ή ουρηθρίτιδα στις γυναίκες
- Συνοδά συστηματικά συμπτώματα όπως πυρετός, διόγκωση λεμφαδένων και μυαλγίες
Υποτροπές
Οι υποτροπές του απλού έρπητα συνήθως είναι λιγότερο σοβαρές και δεν παρουσιάζουν συστηματικά συμπτώματα. Οι βλάβες είναι περιορισμένες και υποχωρούν πιο γρήγορα. Συνήθεις περιοχές υποτροπής είναι τα χείλη, ο ρινικός βλεννογόνος, οι παρειές, η ιεροκοκκυγική περιοχή και τα δάχτυλα.
Μετάδοση
Ο HSV μεταδίδεται μέσω άμεσης επαφής μεταξύ ατόμων ή μέσω αυτοενοφθαλμισμού από την πάσχουσα περιοχή σε άλλες περιοχές του σώματος. Ο έρπης γεννητικών οργάνων θεωρείται σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα και μπορεί να μεταδοθεί μέσω επαφής δέρμα με δέρμα ή μολυσμένων εκκρίσεων. Για να γίνει η μετάδοση, πρέπει να υπάρχει λύση της συνέχειας του δέρματος ή του βλεννογόνου, επιτρέποντας στον ιό να εγκατασταθεί.
Παράγοντες επανενεργοποίησης
Μετά την αρχική λοίμωξη, ο ιός παραμένει ανενεργός στα νευρικά κύτταρα και μπορεί να επανενεργοποιηθεί από διάφορους παράγοντες, όπως:
- Άγχος
- Πυρετός
- Ανοσοκαταστολή
- Έμμηνος ρύση
- Ιώσεις
- Έκθεση σε ψύχος
- Υπεριώδη ακτινοβολία
Οι ασθενείς με κακοήθειες ή ανοσοκαταστολή μπορεί να παρουσιάσουν πιο συχνές και σοβαρές υποτροπές.
Θεραπεία
Τοπικά αντιϊκά και αντισηπτικά σκευάσματα
Βοηθούν στη ανακούφιση των συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια των εξάρσεων.
Συστηματική αγωγή
Αντιερπητικά δισκία όπως η ακυκλοβίρη, η βαλακυκλοβίρη ή η φαμσικλοβίρη μπορούν να μειώσουν τη σοβαρότητα και τη διάρκεια των συμπτωμάτων. Ιδανικά, θα πρέπει να χορηγούνται εντός των πρώτων 72 ωρών από την εμφάνιση των συμπτωμάτων.
Αναλγητικά
Η ανακούφιση από τον πόνο μπορεί να είναι απαραίτητη.
Για άτομα με συχνές υποτροπές, συστήνεται μακροχρόνια κατασταλτική θεραπεία με αντιερπητικά φάρμακα, αν και ο ιός μπορεί να επανενεργοποιηθεί και πάλι μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας.
Πρόληψη
Οι στρατηγικές πρόληψης εξαρτώνται από τη θέση του έρπητα. Γενικές οδηγίες περιλαμβάνουν:
- Αποφυγή της σωματικής επαφής με την προσβεβλημένη περιοχή για να αποτρέψετε τη μετάδοση του ιού σε άλλους
- Καλό πλύσιμο των χεριών μετά την εφαρμογή τοπικών θεραπειών
- Χρησιμοποιείτε καθαρές μπατονέτες για την εφαρμογή των τοπικών φαρμάκων ώστε να αποφευχθεί η άμεση επαφή με τις βλάβες
- Χρήση προφυλακτικών κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής δραστηριότητας
- Αποφυγή κοινής χρήσης προσωπικών αντικειμένων που μπορεί να μεταφέρουν τον ιό, όπως πετσέτες, lip balms, ποτήρια, μαχαιροπίρουνα, ρούχα ή προϊόντα μακιγιάζ
Επιπλέον, η διατήρηση καλής γενικής υγείας και ενός ισχυρού ανοσοποιητικού συστήματος μπορεί να βοηθήσει στη μείωση της συχνότητας των εξάρσεων.